~ΣΤΙΧΟΙ~ Κενός: Αυτοί οι ήχοι μου γεμίζουν το μυαλό, λόγοι που ακόμα νοσταλγώ όσα κουβαλάς στην ψυχή σου. Ψυχράνθηκα όσο μεγάλωνα μες στο κενό σαν τον Σώτο, ‘’μη μου μιλάς για κόλαση’’ την έζησα μαζί σου! Και πέφτουν οι μάσκες στην πόλη. Κι έδω χάθηκαν όλοι όταν έχασα τον δρόμο μου στην πίεση. Κι εδώ πεθαίνουν όλοι, σώματα σε αποσύνθεση. Συνθέτοντας το κλάμα με μια αλλόκοτη γείωση. Βραχυκύκλωμα νου και κρίσεις πανικού.. Εμείς; Θα την κάναμε για αλλού μα μήνες στάσιμοι. Και έμεις στα σημάδια στο σώμα μου σαν ανάμνηση, όταν σε πάρκα κάναμε τους πόνους μας κατάχρηση. Όχι κατάθλιψη μα κατά το ήμισυ νεκροί. Και ζω για νύχτες που οι δικοί μου ζούσασν. Να πεις στον Κάππο πως εγώ του το ‘χα πει: το να θυμάσαι δε βοηθάει ποτέ όσους αγαπούσαν! Κι αγάπησα το σκοτάδι πιο πολύ από τη φύση μου, αφού ο άνθρωπος αποδείχθηκε κτήνος. Και σιχάθηκα το μέσα μου πιο πολύ από αυτούς όταν μ’ αντίκρισα και δεν ήμουν ο ίδιος.. Κλειστό: Χαριστική βολή δώσ' μου να πέσω. Το τέλος ζωγράφισα, με τα χέρια μου πινέλο, στο ταβάνι, το γκρέμισα να χαζέψουμε τα αστέρια. Τη θλίψη μονορούφι σε σφηνάκι να χωρέσω, να χαζέψω, να μην είμαι πια εγώ.. Ποιος εγώ.. Το ‘’εγώ’’ μας αποτέλεσμα χιλιάδων εγώ, δεν έχουμε alter ego, ζούμε έργο. Κομπάρσοι μεθυσμένοι σε απόμερα στενά, κάπου στο κέντρο, με αποτέλεσμα να πέσουμε. Η αιτία; Σας αρέσουνε αυτά! ‘’Είναι αστεία τα μακάβρια που λες’’. Μα ούτε στάλα χιούμορ στα λόγια δεν έβαλα.. Στάλα - στάλα άδειασα από αισθήματα και γέμισα μια γυάλα ευαισθησίες, χάρισμα σας! Τώρα πια κορμί στην θέα της κρεμάλας, ούτε δάκρυ.. Στρες, ταχυπαλμίες, το ρημάδι μου δεν σταματά να σκέφτεται: Γιατί όλο αυτό; Γιατί εγώ; Γιατί να ζούμε τόσα πάθη; Είμαι τα λάθη της μητρός και του πατρός μου. Έζησα κόλαση, γι’ αυτό ψάχνω το φως μου. Στις συνοικίες του ενός σπάσαν τις λάμπες τα παιδιά, τους πονά που αντέχουμε τελικά.. Ντροπή: Δεν ξέρω τι να γράψω ούτε πως να το αρχίσω Κενός ντρογ κλειστό Έλα κλειστό Ένα κομμάτι είναι ακόμα; θα το ακούσει και κανείς; Μα τι να κάνεις Ειρωνικός και εγωιστής Φωνακλας και αντιπαθης Εδώ δεν έμεινε κανείς γτ εμείς; Τόσες εικόνες που φαντάστηκα και δεμ ζωγράφισα Τόσοι δρόμου που έμαθα μα πάλι στις σκέψεις χάθηκα Εσείς με χάσατε ή μόνος μου ξεχάστηκα Και ήξερα πως ήμουν παιδι κάπως διαφορετικό από όταν όλοι στον παιδικό γράφανε με το δεξί και με εμένα με βάζαν τιμωρία γιατί έγραφα με το ζερβό Τον κόσμο πώς να μην σιχαθω; Τόσα χρόνια μετά Πέφτω σε λούπες κάθε φορά Συνέχεια τα ίδια λάθη και δεν αλλάζω γενικά Εμείς: ΜΑΥΡΑ ΤΕΤΡΑΔΙΑ-ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠ’ΤΑ ΔΥΤΙΚΑ!
~ΣΤΙΧΟΙ~
Κενός:
Αυτοί οι ήχοι μου γεμίζουν το μυαλό,
λόγοι που ακόμα νοσταλγώ όσα κουβαλάς στην ψυχή σου.
Ψυχράνθηκα όσο μεγάλωνα μες στο κενό σαν τον Σώτο,
‘’μη μου μιλάς για κόλαση’’ την έζησα μαζί σου!
Και πέφτουν οι μάσκες στην πόλη.
Κι έδω χάθηκαν όλοι όταν έχασα τον δρόμο μου στην πίεση.
Κι εδώ πεθαίνουν όλοι, σώματα σε αποσύνθεση.
Συνθέτοντας το κλάμα με μια αλλόκοτη γείωση.
Βραχυκύκλωμα νου και κρίσεις πανικού..
Εμείς;
Θα την κάναμε για αλλού μα μήνες στάσιμοι.
Και έμεις στα σημάδια στο σώμα μου σαν ανάμνηση,
όταν σε πάρκα κάναμε τους πόνους μας κατάχρηση.
Όχι κατάθλιψη μα κατά το ήμισυ νεκροί.
Και ζω για νύχτες που οι δικοί μου ζούσασν.
Να πεις στον Κάππο πως εγώ του το ‘χα πει:
το να θυμάσαι δε βοηθάει ποτέ όσους αγαπούσαν!
Κι αγάπησα το σκοτάδι πιο πολύ από τη φύση μου,
αφού ο άνθρωπος αποδείχθηκε κτήνος.
Και σιχάθηκα το μέσα μου πιο πολύ από αυτούς
όταν μ’ αντίκρισα και δεν ήμουν ο ίδιος..
Κλειστό:
Χαριστική βολή δώσ' μου να πέσω.
Το τέλος ζωγράφισα, με τα χέρια μου πινέλο, στο ταβάνι,
το γκρέμισα να χαζέψουμε τα αστέρια.
Τη θλίψη μονορούφι σε σφηνάκι να χωρέσω, να χαζέψω, να μην είμαι πια εγώ..
Ποιος εγώ..
Το ‘’εγώ’’ μας αποτέλεσμα χιλιάδων εγώ,
δεν έχουμε alter ego,
ζούμε έργο.
Κομπάρσοι μεθυσμένοι σε απόμερα στενά, κάπου στο κέντρο,
με αποτέλεσμα να πέσουμε.
Η αιτία;
Σας αρέσουνε αυτά!
‘’Είναι αστεία τα μακάβρια που λες’’.
Μα ούτε στάλα χιούμορ στα λόγια δεν έβαλα..
Στάλα - στάλα άδειασα από αισθήματα και γέμισα μια γυάλα ευαισθησίες, χάρισμα σας!
Τώρα πια κορμί στην θέα της κρεμάλας, ούτε δάκρυ..
Στρες, ταχυπαλμίες, το ρημάδι μου δεν σταματά να σκέφτεται:
Γιατί όλο αυτό;
Γιατί εγώ;
Γιατί να ζούμε τόσα πάθη;
Είμαι τα λάθη της μητρός και του πατρός μου.
Έζησα κόλαση, γι’ αυτό ψάχνω το φως μου.
Στις συνοικίες του ενός σπάσαν τις λάμπες τα παιδιά,
τους πονά που αντέχουμε τελικά..
Ντροπή:
Δεν ξέρω τι να γράψω ούτε πως να το αρχίσω
Κενός ντρογ κλειστό
Έλα κλειστό
Ένα κομμάτι είναι ακόμα; θα το ακούσει και κανείς;
Μα τι να κάνεις
Ειρωνικός και εγωιστής
Φωνακλας και αντιπαθης
Εδώ δεν έμεινε κανείς γτ εμείς;
Τόσες εικόνες που φαντάστηκα και δεμ ζωγράφισα
Τόσοι δρόμου που έμαθα μα πάλι στις σκέψεις χάθηκα
Εσείς με χάσατε ή μόνος μου ξεχάστηκα
Και ήξερα πως ήμουν παιδι κάπως διαφορετικό
από όταν όλοι στον παιδικό γράφανε με το δεξί
και με εμένα με βάζαν τιμωρία γιατί έγραφα με το ζερβό
Τον κόσμο πώς να μην σιχαθω;
Τόσα χρόνια μετά
Πέφτω σε λούπες κάθε φορά
Συνέχεια τα ίδια λάθη και δεν αλλάζω γενικά
Εμείς: ΜΑΥΡΑ ΤΕΤΡΑΔΙΑ-ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠ’ΤΑ ΔΥΤΙΚΑ!
Το να θυμάσαι δεν βοηθάει ποτέ όσους αγαπούσαν.
Τους πονά που αντέχουμε τελικά.
Και αγάπησα το σκοταδι πιο πολυ απο την φύση μου.//