Παράξενο ταξίδι (μουσική: Νίκος Γράβαρης, ποίηση: Χρίστος Χαραλαμπόπουλος)

Поделиться
HTML-код
  • Опубликовано: 5 окт 2024
  • Στη μνήμη ενός ξεχωριστού ανθρώπου και φίλου - του Χρίστου Χαραλαμπόπουλου, που δεν πρόλαβε να το ακούσει…
    Ταξίδεψα με την αυγή
    σε δρόμους μεθυσμένους
    σε φώναξα με μια κραυγή
    κι αντίκρισα δυο ξένους
    να με κοιτούν παράξενα
    και πέρασαν δυο τρένα
    σφυρίζοντας και σέρνοντας κάτι παλιά βαγόνια
    που τρίζανε και μοιάζανε
    μ’ όλους τους ξεχασμένους
    δικούς μας έρωτες παλιούς
    που κρύφτηκαν στα χρόνια.
    Και τότε σου ψιθύρισα
    τρεις λέξεις ξεχασμένες
    τρεις λέξεις που τις φύλαγα
    καλά προστατευμένες.
    Και πίστεψα πως μ’ άκουσες
    και μούπες δεν πειράζει
    ό,τι έγινε είναι σίγουρο
    ποτέ του δεν αλλάζει.
    Κι οι ξένοι, τότε, μου ‘δωσαν
    τσιγάρο να καπνίσω
    πρέπει να ήταν ρώσικο
    παλιό, βαρύ και μαύρο
    και μου είπαν, τότε, δίπλα τους
    στον πάγκο να καθίσω
    φυσούσαμ’ όλοι τον καπνό,
    κοιτάζαμε τον ουρανό,
    χτισμένο με τσιμέντο.
    Δίπλα μας, τότε, πέρασε ο Άρης Βελουχιώτης
    με άτι άσπρο και ψηλό και δίχως συνοδεία.
    Ψάχνω να βρω, μας φώναξε,
    δρόμους με τ’ όνομά μου
    πλατείες με χαμόγελα
    παπάδες με κανόνια,
    όλους αυτούς που χάθηκαν
    σαν έγραφαν στα χιόνια
    Ιδέες, σκέψεις φοβερές, ονείρατα του κόσμου.
    Μα βγήκαν ήλιοι ξενικοί και σβύστηκ’ η γραφή τους.
    Το χιόνι όταν έλιωσε, νερό κατρακυλούσε
    ταξίδεψε και έφτασε κοντά μας και μιλούσε
    μας είπε πράγματα πολλά που μοιάζαν παραμύθια
    κι ύστερα κίνησε γι’ αλλού να πάρει την αλήθεια.
    Οι δυο ξένοι έφυγαν και ήρθαν άλλοι δυο
    δίπλα μου κάθισαν κι αυτοί, λες κι είμαστε σε πλοίο.
    Σε κύμα ταξιδεύαμε και τρεις γαλάζιοι γλάροι
    μας ψιθυρίζαν με κραυγές
    πως τρεις μικροί φαντάροι
    φυτέψαν τα ντουφέκια τους σε λασπωμένο χώμα
    και πως το ένα βλάστησε
    μα τ’ άλλα γίναν λιώμα.
    Κι όμως, αυτά όλα έγιναν
    στις λίμνες του μυαλού μου
    κι ήσουν κι εσύ και μ’ έβλεπες
    στου μπαλκονιού την άκρη
    περίμενες να κουραστώ
    να ρίξω κάνα δάκρυ
    να κατεβείς να ‘ρθείς κοντά να με παρηγορήσεις.
    Ξημέρωσε για τα καλά
    οι δρόμοι ξεμεθύσαν.
    Πέρασε δίπλα σε τροχούς
    μια παλιά λατέρνα.
    Μέσα της μπήκα σαν ταξί,
    ταξίδεψα σαν μουσική
    κι ήρθα πάλι κοντά σου.
    Τρεις λέξεις θέλω να σου πω,
    μα αν τις πω θα φύγουν.
    Τραγούδι, κιθάρα, όργανα midi, ενορχήστρωση: Νίκος Γράβαρης
    Ηχητική επεξεργασία: Ορέστης Γράβαρης
    Φωτογραφική σύνθεση: Νίκος Γράβαρης

Комментарии • 2

  • @Chatzistogiannis
    @Chatzistogiannis 7 месяцев назад

    Πολύ καλό! Καλοτάξιδο!!!

  • @katerinapappa2168
    @katerinapappa2168 7 месяцев назад

    Συγκλονιστικό φίλε Νικόλα.
    Γραμμένο από έναν από τους πιο σπουδαίους ανθρώπους που είχα την ευλογία και την τύχη να γνωρίσω στη ζωή μου.
    Που μου έδωσε τόσα πολλά κι ας μην περάσαμε παρέα πολύ χρόνο, αλλά αυτό το διάστημα ήταν σαν μία αιωνιότητα. Με αγάπη, σεβασμό και πάνω απ’ όλα έγνοια.
    Γραμμένο από Εκείνον και ντυμένο από Εσένα ….ένα αχτύπητο δίδυμο. Δυο άνθρωποι με Α κεφαλαίο. Δυο άνθρωποι με αγάπη τεράστια μέσα στα σωθικά τους. Με αγάπη περίσσια για όλους εμάς.
    Δεν θα μπορούσε το πάντρεμα αυτό να είναι κάτι λιγότερο από αριστούργημα.
    Εύγε Νικόλα για τον φόρο τιμής και το κέντημα που έπλεξες με τις κλωστές του Χρίστου μας.
    Χαίρε φίλε Χρίστο όπου κι αν είσαι.
    Το νιώθω ότι είσαι περήφανος που υπήρξες κι εσύ φίλος του.
    Θα ανταμωθούμε και θα το τραγουδήσουμε όλοι μαζί παρέα…