Κήρυγμα Παρασκευής | Διονύσης Θεοδωρόπουλος

Поделиться
HTML-код
  • Опубликовано: 20 дек 2024
  • Κήρυγμα στις 20/12/2024, από την επιστολή Ιακώβου α΄[1] 1- 27, ομιλιτής Διονύσης Θεοδωρόπουλος
    ------------------------------------
    Ιακ. 1:1 Ιάκωβος, δούλος του Θεού και του Κυρίου Ιησού Χριστού, προς τας δώδεκα φυλάς τας διεσπαρμένας, χαίρειν.
    Ιακ. 1:2 Πάσαν χαράν νομίσατε, αδελφοί μου, όταν περιπέσητε εις διαφόρους πειρασμούς,
    Ιακ. 1:3 γνωρίζοντες ότι η δοκιμασία της πίστεώς σας εργάζεται υπομονήν.
    Ιακ. 1:4 Η δε υπομονή ας έχη έργον τέλειον, διά να ήσθε τέλειοι και ολόκληροι, μη όντες εις μηδέν ελλιπείς.
    Ιακ. 1:5 Εάν δε τις από σας ήναι ελλιπής σοφίας, ας ζητή παρά του Θεού του δίδοντος εις πάντας πλουσίως και μη ονειδίζοντος, και θέλει δοθή εις αυτόν.
    Ιακ. 1:6 Ας ζητή όμως μετά πίστεως, χωρίς να διστάζη παντελώς· διότι ο διστάζων ομοιάζει με κύμα θαλάσσης κινούμενον υπό ανέμων και συνταραττόμενον.
    Ιακ. 1:7 Διότι ας μη νομίζη ο άνθρωπος εκείνος ότι θέλει λάβει τι παρά του Κυρίου.
    Ιακ. 1:8 Άνθρωπος δίγνωμος είναι ακατάστατος εν πάσαις ταις οδοίς αυτού.
    Ιακ. 1:9 Ας καυχάται δε ο αδελφός ο ταπεινός εις το ύψος αυτού,
    Ιακ. 1:10 ο δε πλούσιος εις την ταπείνωσιν αυτού, επειδή ως άνθος χόρτου θέλει παρέλθει.
    Ιακ. 1:11 Διότι ανέτειλεν ο ήλιος με τον καύσωνα και εξήρανε τον χόρτον, και το άνθος αυτού εξέπεσε, και το κάλλος του προσώπου αυτού ηφανίσθη· ούτω και ο πλούσιος θέλει μαρανθή εν ταις οδοίς αυτού.
    Ιακ. 1:12 Μακάριος ο άνθρωπος, όστις υπομένει πειρασμόν· διότι αφού δοκιμασθή, θέλει λάβει τον στέφανον της ζωής, τον οποίον υπεσχέθη ο Κύριος εις τους αγαπώντας αυτόν.
    Ιακ. 1:13 Μηδείς πειραζόμενος ας λέγη ότι από του Θεού πειράζομαι· διότι ο Θεός είναι απείραστος κακών και αυτός ουδένα πειράζει.
    Ιακ. 1:14 Πειράζεται δε έκαστος υπό της ιδίας αυτού επιθυμίας, παρασυρόμενος και δελεαζόμενος.
    Ιακ. 1:15 Έπειτα η επιθυμία αφού συλλάβη, γεννά την αμαρτίαν, η δε αμαρτία εκτελεσθείσα γεννά τον θάνατον.
    Ιακ. 1:16 Μη πλανάσθε, αδελφοί μου αγαπητοί.
    Ιακ. 1:17 Πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον είναι άνωθεν καταβαίνον από του Πατρός των φώτων, εις τον οποίον δεν υπάρχει αλλοίωσις ή σκιά μεταβολής.
    Ιακ. 1:18 Εξ ιδίας αυτού θελήσεως εγέννησεν ημάς διά του λόγου της αληθείας, διά να ήμεθα ημείς απαρχή τις των κτισμάτων αυτού.
    Ιακ. 1:19 Λοιπόν, αδελφοί μου αγαπητοί, ας είναι πας άνθρωπος ταχύς εις το να ακούη, βραδύς εις το να λαλή, βραδύς εις οργήν·
    Ιακ. 1:20 διότι η οργή του ανθρώπου δεν εργάζεται την δικαιοσύνην του Θεού.
    Ιακ. 1:21 Διά τούτο απορρίψαντες πάσαν ρυπαρίαν και περισσείαν κακίας δέχθητε μετά πραότητος τον εμφυτευθέντα λόγον τον δυνάμενον να σώση τας ψυχάς σας.
    Ιακ. 1:22 Γίνεσθε δε εκτελεσταί του λόγου και μη μόνον ακροαταί, απατώντες εαυτούς.
    Ιακ. 1:23 Διότι εάν τις ήναι ακροατής του λόγου και ουχί εκτελεστής, ούτος ομοιάζει με άνθρωπον, όστις θεωρεί το φυσικόν αυτού πρόσωπον εν κατόπτρω·
    Ιακ. 1:24 διότι εθεώρησεν εαυτόν και ανεχώρησε, και ευθύς ελησμόνησεν οποίος ήτο.
    Ιακ. 1:25 Όστις όμως εγκύψη εις τον τέλειον νόμον της ελευθερίας και επιμείνη εις αυτόν, ούτος γενόμενος ουχί ακροατής επιλήσμων, αλλ' εκτελεστής έργου, ούτος θέλει είσθαι μακάριος εις την εκτέλεσιν αυτού.
    Ιακ. 1:26 Εάν τις μεταξύ σας νομίζη ότι είναι θρήσκος, και δεν χαλινόνη την γλώσσαν αυτού αλλ' απατά την καρδίαν αυτού, τούτου η θρησκεία είναι ματαία.
    Ιακ. 1:27 Θρησκεία καθαρά και αμίαντος ενώπιον του Θεού και Πατρός είναι αύτη, να επισκέπτηται τους ορφανούς και τας χήρας εν τη θλίψει αυτών, και να φυλάττη εαυτόν αμόλυντον από του κόσμου.

Комментарии •